βελούγα

βελούγα
η белуга

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "βελούγα" в других словарях:

  • βελούζα — Κητώδες θηλαστικό με δέρμα λευκό. Ζει στις αρκτικές θάλασσες. Το κρέας και το λάδι που εξάγεται από τη β. είναι φαγώσιμα. Τo σώμα του έχει μήκος από 3 έως 6 μ. Τo επιστημονικό του όνομα είναι δελφίν ο κοινός (delpinoptera lencas). Λέγεται επίσης… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»